Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012

Το άγαλμα της «Αρτέμιδος κυνηγέτιδος» ή «Λαφρίας» της Μεσσήνης


Αποτελεί μεγάλο ευτύχημα το γεγονός ότι βρέθηκε πρόσφατα, το 1989, από τον Πέτρο Θέµελη το ωραίο αντίγραφο της «Αρτέμιδος Κυναγέτι­δος» ή «Λαφρίας». Το οίκηµα στο οποίο βρέθηκε το άγαλμα ανήκε σε δημόσιο άνδρα ή ιδιώτη και δεν ήταν λατρευτικό. Ήταν πολυτελούς κατασκευής. Το δάπεδο της πρώτης, της βόρειας αίθουσας, ήταν στρωμένο µε πλάκες και της δεύτερης, της νότιας, στολισμένο µε ψηφιδωτά και σε κόγχη που βρισκόταν στην έσω επιφάνεια του βόρειου τοίχου του κτιρίου ήταν στημένο μαζί µε άγαλμα του Έρμη και κάποιου ρωμαίου αυτοκράτορα το περίφημο άγαλμα της «Αρτέμιδος κυνηγέτιδος» ή και «Λαφρίας» που αποτελεί έργο «άριστης διατήρησης και τέχνης».

Το μαρμάρινο αυτό αντίγραφο που βρέθηκε στη «βίλα της Μεσσήνης» είχε την καλή τύχη ούτε να κλαπεί ούτε να καταστραφεί. Ο σεισμός που έπληξε την περιοχή λίγο μετά το 360 µ.κ.χ, είχε ως αποτέλεσμα να καταρρεύσει η κεραµο­σκεπής στέγη του οικήµατος και ύστερα να πέσει το άγαλμα επάνω στα υλικά της και να συντριβεί. Όμως, αν και το άγαλμα έπαθε «συντριπτικά κατάγματα» και έγινε «δέκα   κοµµάτια», δεν έχασε, όμως,  και την πληρότητά του και το συνεργείο του Μουσείου Μαυροµατίου, αφού τα συγκόλλησε, τού απέδωσε την ακεραιό­τητά του. Το άγαλμα αυτό των αυτοκρατορικών ρωμαϊκών  χρόνων είναι ένα από τα πιο καλά σωζόµενα αντίγραφα της εποχής των «Αντωνίνων», των διαδόχων του αυτοκράτορα Αντωνίνου «Πίου» (Ρίκ), δηλαδή του «Ευσεβούς» (138 - 161 µ.κ.χ.), µε τον οποίο σχετίζεται και η κατάπαυση των διωγμών κατά των χριστιανών. Παριστάνει την Άρτεμη που µε το αριστερό της χέρι στηρίζεται σε κορμό δένδρου, ενώ το δεξί υψώνεται, για να ανασύρει από τη φαρέτρα βέλος και να τοξεύσει. Το πρωτό­τυπο, το αρχικό άγαλμα, ήταν έργου μεγάλου γλύπτη του 4ου π.κ.χ, θαυμαστή και μιμητή της υψηλής τέχνης του Πραξιτέλη. Είναι παραπλήσιο και ποιοτικά µε τον Έρμη της Ολυμπίας και την Κνιδία Αφροδίτη του ίδιου καλ­λιτέχνη. Το άγαλμα, που το συνολικό ύψος του δεν υπερβαίνει τα 1,34 μέτρα ήταν διακοσµητικό και όχι λατρευτικό. Η επιφάνεια της κώµης του ήταν βαµμένη µε χρώμα ξανθό, η επιφάνειά του σώματος στιλβωμένη, γυαλισμένη, κατά τη συνήθεια των γλυπτών  της εποχής των Αντωνίνων και η αξία του έγκειται στην πληρότητά του και την καλή ποιότητα της αντιγραφικής εργασίας του καλλιτέ­χνη.  Οι αρχαίοι συνήθιζαν να βάφουν τα αγάλματά τους και τις εξωτερικές επιφάνειες των ναών τους, ενώ  μέσα, επειδή δεν έμπαιναν οι λαϊκοί  ήταν οι τοίχοι άβαφοι . 




Blog Widget by LinkWithin

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου