Το 130 μ.κ.χ. ο Αντίνοος, ο διάσημος για την ομορφιά του
νέος από τη Βιθυνία και αγαπημένος σύντροφος του αυτοκράτορα Αδριανού, πνίγηκε
σχεδόν έφηβος στα νερά του Νείλου πιστεύοντας, σύμφωνα με μια παλιά παράδοση,
ότι η θυσία του αυτή θα παρατείνει τη ζωή του προστάτη του. Τότε ο νοσταλγός
της κλασικής Ελλάδας και ευεργέτης του δελφικού ιερού αυτοκράτορας διέταξε να
στηθούν αγάλματα του πανέμορφου νέου, που με πάθος είχε αγαπήσει, στα ιερά και
τις πόλεις της απέραντης αυτοκρατορίας, όπου καθιερώθηκαν λατρείες και αγώνες
προς τιμήν του καινούργιου θεού. Η θεοποίηση φαίνεται ότι βασίστηκε στην
αιγυπτιακή θρησκεία, γιατί ο Ηρόδοτος μας παραδίδει ότι οι Αιγύπτιοι θεωρούσαν
αφηρωισμένους όσους πνίγονταν στον Νείλο.
Στους Δελφούς στήθηκε μέσα στο ιερό ένα από τα ωραιότερα
λατρευτικά αγάλματα του Αντινόου, που βρέθηκε όρθιο πάνω στο βάθρο του δίπλα
στον τοίχο ενός πλινθόκτιστου δωματίου, πίσω από το ναό, σπασμένο στο γόνατο.
Στα ρωμαϊκά νομίσματα που κόπηκαν προς τιμήν του, η παράσταση του αγάλματος
συνοδεύεται από την προσωνυμία «προπυλαίος», που σημαίνει ότι βρισκόταν
μπροστά από την πύλη. Είναι, λοιπόν, πιθανό να είχε αρχικά στηθεί στην είσοδο
του ιερού, άλλα αργότερα, όταν ακρωτηριάστηκε, να μεταφέρθηκε σ' ένα είδος
παρεκκλησίου κοντά στο ναό του Απόλλωνα, εκεί όπου βρέθηκε πολύ καλά
διατηρημένο και λαμπερό ακόμη, σαν να ήταν φτιαγμένο από αλάβαστρο ή πορσελάνη,
χάρη στη χαρακτηριστική για τα λατρευτικά αγάλματα της εποχής αυτής στίλβωση
του μαρμάρου με ειδικό λάδι.
Το κεφάλι του νέου γέρνει στο πλάι με περισυλλογή και στα
πυκνά μαλλιά του, που πέφτουν στο μέτωπο και τα μάγουλα δίνοντας έναν πένθιμο
τόνο στη μορφή του, διακρίνονται οι τρύπες που στερέωναν ένα χάλκινο δάφνινο
στεφάνι. Τα ματιά του «εκφράζουν μια βαθιά μελαγχολία, σα να καθρέφτιζαν ακόμα
στην υγρότητά τους το ποτάμι που βρήκε το θάνατο ο μυστικόπαθος νέος» (Γιάννης
Μηλιάδης). Το κορμί του με την ηρωική- θεϊκή γυμνότητα θέλει να πλησιάσει τις
αθλητικές κλασικές μορφές, αλλά δεν έχει την πνοή των προτύπων του, που
νοσταλγικά αναζητεί η τέχνη του αδριάνειου κλασικισμού. Ο Αντίνοος, με το
ονειροπόλο βλέμμα του, είναι σαν να ατενίζει όχι μόνο το δικό του θλιβερό
τέλος, αλλά και έναν κόσμο που δύει χωρίς επιστροφή.
Για την προσωπικότητα και τη μορφή του Αντινόου αλλά και την
ατμόσφαιρα της εποχής αυτής, χαρακτηριστικές είναι οι περιγραφές της Μαργκερίτ
Γιουρσενάρ στα Αδριανού Απομνημονεύματα, που αποπνέουν και την ατμόσφαιρα της
εποχής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου