Το χυτό άγαλμα του
Απόλλωνα, ύψους 1,95, είναι από τα λίγα
μεγάλα χάλκινα αγάλματα της αρχαϊκής περιόδου και από τα τελευταία της σειράς
των κούρων. Βρέθηκε σε αποθέτη μαζί με δύο μεταγενέστερα χάλκινα αγάλματα και
σώζεται ακέραιο, αλλά η επιφάνειά του έχει υποστεί φθορές και ρωγμές.
Στο εσωτερικό του βρέθηκαν τμήματα του πήλινου πυρήνα και
του σιδερένιου σκελετού δίνοντας μας εξαιρετικές πληροφορίες για τη δημιουργία
του έργου.
Ο θεός αναγνωρίζεται από τα εξωτερικά θεϊκά εμβλήματα, το
τόξο και την φιάλη, ίχνη των οποίων διακρίνονται στα χέρια του αλλά και το ήθος
της μορφής. Προβάλλει το δεξί πόδι σε αντίθεση προς το κανονικό σχήμα του
κούρου, κάτι που οφείλεται πιθανώς στην παρουσία δίπλα του, της Λητούς και της Αρτέμιδος.
Χρονολογικά ο Απόλλων βρίσκεται κοντά στο τέλος του 6ου αι. π.Χ. και είναι λίγο
νεότερος από τον Κροίσο της Αναβύσσου. Η απουσία του γεμάτου αυτοπεποίθηση
αρχαϊκού μειδιάματος προσδίδει μια ιδιαίτερη σοβαρότητα στην έκφραση του
μακρόστενου, αυστηρού προσώπου. Η ελαφριά κλίση και στροφή προς τα δεξιά που
διακρίνεται στην κόμμωση αλλά και στις ασυμμετρίες του προσώπου και του κορμού,
δείχνουν τη συγκέντρωση της κίνησης και της προσοχής του θεού σε εκείνη την
πλευρά, όπου αυτός κάνει σπονδές. Το ψηλό μέτωπο στέφουν, ως ιωνικό κιονόκρανο,
δύο ζεύγη ελικωτών βοστρύχων .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου