Η Μήδεια ήταν κόρη του βασιλιά της Κολχίδας, Αιήτη και
συνεπώς εγγονή του Ηλίου. Ήταν ιέρεια της Εκάτης και για αυτό το λόγο κατείχε
μαγικές δυνάμεις, δυνάμεις οι οποίες άλλοτε ωφέλησαν εκείνη κι όσους ήταν δίπλα
της κι άλλες φορές έφεραν την καταστροφή.
Όταν ο Ιάσονας έφτασε στον Αιήτη ζητώντας του το χρυσόμαλλο δέρας, με σκοπό να
το πάει στον Πελία (βασιλιά της Ιωλκού ο οποίος είχε σφετεριστεί τον θρόνο του
Ιάσονα, σκοτώνοντας τον πατέρα του Αίσωνα), ο Αιήτης ήταν απρόθυμος να το
αποχωριστεί. Το χρυσόμαλλον δέρας έφερνε ευημερία αλλά κι αμύθητα πλούτη σε
όποιον το κατείχε κι ο βασιλιάς της Κολχίδας τα είχε αποκτήσει όλα αυτά. Για
αυτό το λόγο ο Αιήτης του έβαλε δύσκολους άθλους, λέγοντας του πως αν τους
φέρει εις πέρας θα του το έδινε. Αυτό φυσικά δεν θα το έκανε ποτέ, είχε όμως
την κρυφή ελπίδα ότι ο νέος θα έβρισκε τον θάνατο.
Η όμορφη Μήδεια όταν αντίκρυσε τον Ιάσονα τον ερωτεύτηκε παράφορα και δέχθηκε
να τον βοηθήσει με τον όρο να την πάρει μαζί του και να την κάνει γυναίκα του,
κάτι το οποίο εκείνος δέχθηκε. Από εκείνη την στιγμή η Μήδεια ξέχασε την
πατρίδα της και την οικογένεια της, κι ήταν έτοιμη να κάνει τα πάντα για χάρη
του άνδρα που αγάπησε. Αφού του έδωσε μεγάλη βοήθεια για να τελειώσει τους
άθλους που του επέβαλλε ο πατέρας της, στη συνέχεια τον βοήθησε να πάρει το
χρυσόμαλλο δέρας.
Το χρυσόμαλλο δέρας ήταν κρεμασμένο σε μια βελανιδιά στο δάσος του Άρη και το
φυλούσε συνεχώς ένας άγρυπνος, τεράστιος δράκος. Η Μήδεια με τα μαγικά βότανα
της κατάφερε να κοιμίσει τον δράκο κι όταν πήραν το δέρας, έφυγαν γρήγορα με
την Αργώ. Ο πατέρας της, εξοργισμένος από την αρπαγή αυτού του θησαυρού αλλά κι
από την προδοσία της κόρης του, τους ακολούθησε με όλο του τον στόλο. Το
ζευγάρι, έχοντας κατά νου αυτή την πιθανότητα είχε πάρει στο καράβι τον μικρότερο
αδερφό της Μήδειας, τον Άψυρτο. Για να καθυστερήσουν τον Αιήτη, σκότωσαν και
διαμέλισαν το παιδί, πετώντας ένα - ένα κομμάτι του στην θάλασσα. Με αυτόν τον
τρόπο κατάφεραν να ξεφύγουν από τον βασιλιά, ο οποίος σταματούσε για να μαζέψει
τα κομμάτια του γιου του. Ο Ιάσονας κι η Μήδεια κατέφυγαν στη μάγισσα Κίρκη,
αδερφή του Αιήτη, η οποία δέχθηκε να τους καθαρίσει από τον φόνο κι ύστερα από
αρκετές περιπλανήσεις παντρεύτηκαν κι επέστρεψαν στην Ιωλκό, ζητώντας από τον
Πελία τον θρόνο του Ιάσονα. Όταν ο Πελίας αρνήθηκε να του παραχωρήσει την
εξουσία η Μήδεια έπεισε τις κόρες του με διάφορα τεχνάσματα να τον σκοτώσουν
και κατέφυγε με τον Ιάσονα στην Κόρινθο, στην πόλη όπου η παθιασμένη αγάπη της
προς τον Ιάσονα κατέστρεψε τόσο εκείνον όσο και την ίδια.
Όταν λοιπόν ο Ιάσονας με τη Μήδεια πήγαν στην Κόρινθο
έμειναν εκεί για αρκετά χρόνια, όντας αγαπημένοι και μάλιστα απέκτησαν και 2
(κατ' άλλους 3) γιούς. Ο βασιλιάς Κρέοντας μάλιστα εκτιμούσε βαθύτατα τον
Ιάσονα μόλις έμαθε για τα κατορθώματα του κι οι 2 τους είχαν μια πολύ καλή
σχέση. Οι Κορίνθιοι αγαπούσαν τον Ιάσονα για τον ίδιο λόγο αν και φοβόντουσαν
τη Μήδεια για τις μαγικές της ικανότητες και την απέφευγαν.
Κάποια στιγμή ο Ιάσονας ερωτεύτηκε την όμορφη κόρη του
Κρέοντα, τη Γλαύκη, και ζήτησε από τον Κρέοντα να την παντρευτεί, ο οποίος
περίχαρος δέχθηκε και του υποσχέθηκε μάλιστα να πάρει και τον θρόνο του μόλις
αυτός πεθάνει. Αν κι ο Ιάσονας ξέχασε γρήγορα τη Μήδεια κι όσα έκανε εκείνη για
εκείνον, που από την υπερβολική αγάπη της προς αυτόν απαρνήθηκε τα πάντα κι
υπέμεινε τόσα δεινά, η Μήδεια δεν έπαψε στιγμή να τον αγαπά.
Όταν λοιπόν ο ήρωας την εγκατέλειψε και παντρεύτηκε τη νεαρή
κόρη του βασιλιά, η Μήδεια πληγωμένη από τη συμπεριφορά του αποφάσισε να τον
εκδικηθεί με τον χειρότερο τρόπο.
Αρχικά θέλησε να σκοτώσει τη νέα του σύζυγο, κάτι το οποίο
πέτυχε εύκολα. Πήρε ένα ολοκαίνουριο φόρεμα και το εμπότισε με ένα ισχυρό
δηλητήριο ώστε να σκοτώσει την άτυχη κοπέλα, στέλνοντας της το ως γαμήλιο δώρο.
Η Γλαύκη ενθουσιασμένη από το όμορφο φόρεμα αλλά κι από την υποτιθέμενη
μεγαλοψυχία που επέδειξε η πρώτη σύζυγος του Ιάσονα το φόρεσε γρήγορα και το
έδειξε χαρούμενη στον πατέρα της. Ξαφνικά το δηλητήριο άρχισε να την καίει και
το φόρεμα πήρε φωτιά, όπως κι η ίδια. Ο πατέρας της απεγνωσμένα προσπαθούσε να
σώσει την κόρη του όμως το αποτέλεσμα ήταν να βρουν φρικτό θάνατο κι οι 2 τους.
Η Μήδεια όμως θέλησε να κάνει μεγαλύτερο κακό στον Ιάσονα
και να τον εκδικηθεί με τον χειρότερο τρόπο, τρόπο που θα βύθιζε ακόμα και την
ίδια στην θλίψη και τη δυστυχία. Σκότωσε τους 2 γιούς της κι όταν έφτασε στο
σπίτι της ο εξαγριωμένος Ιάσονας ο οποίος αντιμετωπίζοντας το φρικτό αυτό θέαμα
ένιωσε απέραντη δυστυχία και πόνο.
Ύστερα απ' αυτό κατέφυγε στην Αθήνα όπου μετά από κάμποσα
χρόνια παντρεύτηκε τον Αιγέα, το βασιλιά της πόλης. Λέγεται μάλιστα πως είχε
ένα γιό από τον Ιάσονα (το παιδί που δεν είχε σκοτώσει), το Μήδο, τον οποίο
φιλοδοξούσε να κάνει μελλοντικό βασιλιά της Αθήνας. Όταν λοιπόν παρουσιάστηκε ο
Θησέας, που ούτε καν ο Αιγέας δε γνώριζε ότι είναι γιος του, η Μήδεια
προσπάθησε να εξαπατήσει τον σύζυγο της για να τον σκοτώσει. Όταν αποκαλύφθηκε
η απάτη της έφυγε μακρυά από την Αθήνα μαζί με το Μήδο, ο οποίος έγινε ο
γενάρχης των Μήδων.
Η Μήδεια είναι μια τραγική φιγούρα της ελληνικής μυθολογίας.
Όσο περίεργο κι αν ακούγεται, είναι θύτης και θύμα ταυτόχρονα. Από την
υπερβολική αγάπη της προς τον Ιάσονα δεν δίστασε να τον ακολουθήσει παντού και
να του γίνει μια πιστή κι αφοσιωμένη σύζυγος. Για αυτό το λόγο ζητούσε αιώνια
πίστη κι αγάπη κι από εκείνον. Όταν εκείνος παντρεύτηκε την Γλαύκη, εκείνη
προδομένη έκανε ό,τι μπορούσε προκειμένου να τον εκδικηθεί. Από την αγάπη της
λοιπόν έγινε παιδοκτόνος, όσο κι αν την πόνεσε και την καταρράκωσε αυτό. Μέχρι
και σήμερα το όνομα της είναι στενά συνυφασμένο με το χειρότερο και πιο
αποτρόπαιο από όλα τα εγκλήματα που μπορεί να διαπράξει μια γυναίκα: Να γίνει
παιδοκτόνος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου