Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2013

Οιδίποδας


Ο Οιδίποδας ήταν γιος του βασιλιά της Θήβας, Λάϊου, και της Ιοκάστης. Η μοίρα του ήταν τόσο τραγική που το άκουσμα του ονόματος του προκαλούσε την απέχθεια των ανθρώπων, την αηδία αλλά και την συμπόνοια για τα πάθη που έζησε χωρίς να γνωρίζει την επικείμενη καταστροφή του.

Ο Λάϊος, γιος του Λάβδακου, είχε δεχθεί σε νεαρή ηλικία την κατάρα του Πέλοπα, όταν φέρθηκε ανέντιμα στον όμορφο γιό του, τον Χρύσιππο, ο οποίος κι αυτοκτόνησε. Ο συντετριμμένος Πέλοπας τότε τον καταράστηκε να μην αποκτήσει ποτέ του παιδί, κι αν αποκτήσει, να πεθάνει από το χέρι του. Ο Λάϊος αργότερα παντρεύτηκε την κόρη του Μενοικέα, Ιοκάστη κι έγινε βασιλιάς της Θήβας. Προσπαθούσαν για χρόνια να αποκτήσουν ένα διάδοχο για τον θρόνο αλλά μάταια. Για αυτό το λόγο ο βασιλιάς επισκέφθηκε το μαντείο των Δελφών για να πάρει κάποιο χρησμό. Σαν απάντηση η Πυθία του είπε πως για το αδίκημα που είχε διαπράξει θα αποκτήσει ένα γιό ο οποίος θα τον σκότωνε και θα έκανε παιδιά με την ίδια του τη μητέρα. Ο τρομαγμένος Λάϊος από τότε απέφευγε να βρεθεί ερωτικά με τη γυναίκα του ώστε να μην εκπληρωθεί ο χρησμός. Κάποιο βράδυ όμως η Ιοκάστη, η οποία ήθελε να βιώσει τη μητρότητα, τον μέθυσε και συνευρέθηκε μαζί του. Ύστερα από 9 μήνες λοιπόν έφερε στον κόσμο ένα αγόρι, το οποίο ο Λάϊος έδεσε από τα πόδια και το έδωσε σε ένα δούλο για να το αφήσει στο βουνό να πεθάνει. Ο δούλος όμως λυπήθηκε το άτυχο μωρό και το έδωσε στον Πόλυβο, βασιλιά της Κορίνθου, και τη Μερόπη που δεν είχαν παιδιά. Ο Πόλυβος κι η Μερόπη δέχθηκαν με χαρά το μωρό και με αγάπη το μεγάλωσαν ώσπου εκείνος έγινε ένας νέος όμορφος, δυνατός και μυαλωμένος, χωρίς να γνωρίζει ότι ήταν υιοθετημένος. Κάποια στιγμή, ένας νέος σε μια φιλονικία τους του είπε ότι δεν ήταν γιος του Πόλυβου και τότε ο Οιδίποδας πήγε στο μαντείο των Δελφών για να μάθει την αλήθεια. Η Πυθία αηδιασμένη του είπε ότι θα σκότωνε τον πατέρα του και θα παντρευόταν την ίδια του τη μητέρα. Ο νέος, φοβούμενος μην κάνει ένα τέτοιο κακό στον Πόλυβο και τη Μερόπη, δεν γύρισε στην Κόρινθο αλλά κατευθύνθηκε προς την Θήβα. Σε ένα στενό δρόμο συνάντησε τη βασιλική άμαξα του Λάϊου ο οποίος απαίτησε από το νέο να κάνει στην άκρη για να περάσει και μάλιστα τον μαστίγωσε. Ο Οιδίποδας θύμωσε σε τέτοιο βαθμό που πάλεψε και τελικά σκότωσε τόσο τον πατέρα του όσο και τους ακόλουθους του εκτός από έναν, ο οποίος έτρεξε τρομαγμένος στην Θήβα για να αναγγείλει τον θάνατο του βασιλιά. Μετά από αυτήν του την πράξη ο Οιδίποδας πήγε στην Θήβα, το μέρος όπου εκτυλίχθηκε με τα πιο μελανά χρώματα η τραγική του μοίρα.

Φτάνοντας ο νεαρός Οιδίποδας στην Θήβα βρέθηκε αντιμέτωπος με το μυθικό τέρας της Σφίγγας. Η Σφίγγα ήταν ένα τέρας με κεφάλι γυναίκας και σώμα λιονταριού το οποίο ταλάνιζε την πόλη. Το τέρας αυτό βρισκόταν σε ένα λόφο και σκότωνε τους περαστικούς ή όσους ήθελαν να την αντιμετωπίσουν με ένα περίεργο τρόπο. Έθετε ένα ερώτημα και όταν ο άτυχος αντίπαλος της δε μπορούσε να το απαντήσει τον έριχνε από το λόφο, σκοτώνοντας τον με αυτό τον τρόπο. Όταν ο Οιδίποδας την είδε θέλησε να την αντιμετωπίσει με σκοπό να σώσει την πόλη από αυτή τη μάστιγα. Η Σφίγγα τον ρώτησε ποιο είναι το όν που το πρωί περπατάει στα 4, το μεσημέρι στα 2 και το βράδυ στα 3. Ο Οιδίποδας αφού σκέφτηκε για λίγο της είπε πως είναι ο άνθρωπος αφού στην αρχή της ζωής του (πρωί) περπατάει στα 4, το μεσημέρι (στη νεότητα του) στα 2 πόδια κι όταν γερνάει (βράδυ) περπατάει στα 3, υπονοώντας τη μαγκούρα. Η Σφίγγα τότε όχι μόνο δεν τον πείραξε αλλά έπεσε η ίδια από το λόφο, βρίσκοντας τον θάνατο.

Πίσω στην Θήβα όπου κανείς δεν ήξερε για τον χαμό της Σφίγγας, ο ακόλουθος του Λάϊου που είχε σωθεί ανήγγειλε σε όλους τον θάνατο του βασιλιά. Ο αδερφός της βασίλισσας Ιοκάστης, Κρέοντας, θέλοντας να βρει κάποιο διάδοχο του θρόνου αλλά και να σώσει την πόλη από την Σφίγγα, διέταξε πως όποιος καταφέρει να σκοτώσει το τέρας αυτό θα ανεβεί στον θρόνο, κάνοντας γυναίκα του την βασίλισσα.

Όταν λοιπόν μαθεύτηκε ότι ο Οιδίποδας κατάφερε να σώσει την Θήβα, ο Κρέοντας του έδωσε τον θρόνο και τον πάντρεψε με την Ιοκάστη. Με αυτόν τον τρόπο επιβεβαιώθηκε ο χρησμός της Πυθίας καθώς ο άτυχος νέος σκότωσε τον πατέρα του, χωρίς να γνωρίζει ποιος είναι, και παντρεύτηκε τη μητέρα του. Με την Ιοκάστη απέκτησε 4 παιδιά: τον Ετεοκλή, τον Πολυνείκη, την Αντιγόνη και την Ισμήνη. Βασίλευσε συνετά στην Θήβα για κάποια χρόνια, νομίζοντας πως είχε καταφέρει να αποκτήσει κάθε ευτυχία στην ζωή του, αγνοώντας όμως ότι είχε καταφέρει να βιώσει τις μεγαλύτερες ατυχίες.

Μετά από λίγα χρόνια επικρατούσε ξηρασία στην πόλη κι ο χρησμός έλεγε ότι αυτή θα παύσει μόλις φύγει από την πόλη ο εγκληματίας. Ο Οιδίποδας, υποψιασμένος από το μάντη Τειρεσία αλλά και μαθαίνοντας όλη την αλήθεια για την υιοθεσία του και το έγκλημα του αυτοτυφλώθηκε κι έφυγε από την πόλη, όπου βασιλιάς έγινε ο Κρέοντας. Η Ιοκάστη, τρελαμένη από το γεγονός ότι παντρεύτηκε τον γιό της κι απέκτησε μαζί του άλλα παιδιά, κρεμάστηκε.

Ο Οιδίποδας περιπλανήθηκε μόνος για πολλά χρόνια σε διάφορα μέρη όπου κανείς δεν δεχόταν να τον αφήσει να μείνει από φόβο για την οργή των θεών που θα φιλοξενούσαν έναν τέτοιο εγκληματία. Ο μύθος αναφέρει πως ο Οιδίποδας, σε βαθιά γεράματα, κατέβηκε μόνος του στον Κάτω Κόσμο αφήνοντας έτσι πίσω του μια ζωή στην οποία πληγώθηκε και πλήγωσε τόσους ανθρώπους εν αγνοία του.

Κι οι απόγονοι του όμως δεν είχαν καλύτερο τέλος αφού όλα του τα παιδιά βρήκαν γρήγορα τον θάνατο. Όταν οι γιοί του Οιδίποδα ενηλικιώθηκαν συμφώνησαν να κυβερνήσουν με τη σειρά την πόλη ανά ένα χρόνο. Πρώτος κυβέρνησε ο Ετεοκλής όπου μετά την παρέλευση του ενός έτους αρνήθηκε να παραδώσει τον θρόνο στον αδρφό του. Ο Πολυνείκης κατέφυγε στον βασιλιά του Άργους, Άδραστο όπου παντρεύτηκε τη μια του κόρη. Ο πεθερός του δέχθηκε να τον βοηθήσει να πάρει τον θρόνο του και με στρατό εξεστράτευσαν στην Θήβα (οι επτά επί Θήβας). Τελικά τα 2 αδέρφια σε μια μονομαχία τους αλληλοσκοτώθηκαν και στον θρόνο ανέβηκε ο Κρέοντας. Ο Κρέοντας διέταξε να θαφτεί ο Ετεοκλής με βασιλικές τιμές αλλά όχι κι ο Πολυνείκης. Η Αντιγόνη, μη μπορώντας να αντέξει κάτι τόσο τρομερό για τον αδερφό της αλλά και μια απόφαση που αντίβαινε στους νόμους των Θεών για την ταφή των νεκρών, τον έθαψε στα κρυφά παραβαίνοντας την εντολή του βασιλιά. Για αυτό το λόγο ο Κρέοντας την έθαψε ζωντανή επειδή παρέβη την διαταγή του. Η άλλη κόρη του Οιδίποδα, η Ισμήνη, δεν βοήθησε την αδερφή της στην ταφή του αδερφού τους. Παρόλα αυτά προσπάθησε μάταια να αλλάξει γνώμη στον Κρέοντα και να συγχωρήσει την αντιγόνη. Λέγεται πως βρήκε τον θάνατο από τα χέρια του Τυδέα, ενός άλλου γαμπρού του Άδραστου.

Blog Widget by LinkWithin

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου