Όταν ο κόσμος γνώρισε την Τιτανομαχία, μια μάχη τρομερή σε
ένταση ανάμεσα στους Ολύμπιους Θεούς και τους Τιτάνες κι η οποία κράτησε 10
χρόνια, κάποιοι από τους Τιτάνες τάχθηκαν με το μέρος του Δία. Ανάμεσα σε
αυτούς ήταν κι ο Προμηθέας, γιος του Τιτάνα Ιαπετού. Εξαιτίας αυτού του
γεγονότος ο Δίας συνδέθηκε με στενή φιλία μαζί του, φιλία η οποία κράτησε για
πολλά χρόνια. Κάποια στιγμή όμως η φιλία τους άρχισε να κλονίζεται και σύντομα
μετατράπηκε σε έχθρα. Αιτία για αυτή τους την έχθρα ήταν το γεγονός ότι ο
Προμηθέας έμαθε στους ανθρώπους τις τέχνες, τους έδωσε γνώση για να αναπτύξουν
πολιτισμούς, τους χάρισε το κρέας για να το τρώνε, ορίζοντας ότι στους θεούς θα
θυσιάζουν τα οστά και τέλος τους έδωσε την φωτιά. Σε όλα αυτά φυσικά ο Δίας ήταν
αντίθετος και πολλές φορές λογομάχησε έντονα με τον Προμηθέα ώσπου στο τέλος
τον έδεσε για 3000 χρόνια στον Καύκασο. Προτού όμως καταφύγει σε αυτή τη λύση
είχε προσπαθήσει για άλλη μια φορά να τιμωρήσει όχι μόνο τον Προμηθέα μα και το
γένος των ανθρώπων.
Ο Προμηθέας είχε έναν αδερφό, τον Επιμηθέα. Ενώ ο Προμηθέας
ήταν σοφός, ώριμος κι αρκετά έξυπνος ο αδερφός του ήταν πιο επιπόλαιος και πιο
ευκολόπιστος. Για αυτόν το λόγο ο Προμηθέας του είχε επιστήσει την προσοχή ώστε
να μη λάβει κάποιο δώρο από τον άρχοντα των θεών. Συν τοις άλλοις, ο Επιμηθέας
ήταν κάτοχος του πιθαριού στο οποίο είχε περικλείσει ο Προμηθέας όλα τα κακά,
όπως την Πείνα, την Τρέλα, τον Πόλεμο κτλ κτλ και το οποίο δεν έπρεπε να
ανοιχθεί ποτέ για να μην ελευθερωθούν στον κόσμο.
Ο Δίας λοιπόν σκέφτηκε να δημιουργήσει μια γυναίκα
ακαταμάχητα όμορφη, γοητευτική η οποία θα δινόταν δήθεν ως δώρο στον Προμηθέα
με απώτερο σκοπό να καταστρέψει τόσο εκείνον όσο και το ανθρώπινο γένος. Για
αυτό το λόγο δημιούργησε την γυναίκα αυτήν, μια γυναίκα πανέμορφη. Οι Θεές του
Ολύμπου και οι Ώρες την στόλισαν, την αρωμάτισαν, την χτένισαν και να της
μάθουν να αποκτήσει χάρη, θηλυκότητα και τρόπους. Ο Ερμής της έμαθε να είναι
πονηρή και της έμαθε διάφορα τεχνάσματα για να εξαπατεί κάποιον. Η γυναίκα που
θα δινόταν ως δώρο λοιπόν στον Προμηθέα ήταν πλέον έτοιμη. Το όνομα αυτής ήταν
Πανδώρα. Ο Δίας όμως σκέφτηκε ότι ο Προμηθέας που ήταν αρκετά έξυπνος θα
καταλάβαινε την παγίδα που θα του έστηνε και φοβήθηκε ότι το σχέδιο του θα
καταστρεφόταν. Για αυτό το λόγο σκέφτηκε να την δωρίσει στον Επιμηθέα.
Όταν ο Ερμής πήγε την Πανδώρα στον Επιμηθέα εκείνος
θαμπώθηκε τόσο πολύ από την ομορφιά της και την χάρη της που όχι μόνο δέχθηκε
αυτό το δώρο αλλά σύντομα την παντρεύτηκε. Ο Προμηθέας πάντοτε φοβόταν την
γυναίκα του αδερφού του κι ήταν δύσπιστος απέναντι της. Για αυτό ζητούσε από
τον Επιμηθέα να την προσέχει αλλά και να έχει πάντοτε το νου του για να μην
πλησιάσει η Πανδώρα το πιθάρι με όλα τα δεινά του κόσμου. Όσο όμως ο Επιμηθέας
υπενθύμιζε στην Πανδώρα ότι όχι μόνο δεν έπρεπε να ανοίξει το πιθάρι αλλά και
να το πλησιάζει καν, τόσο εκείνη γινόταν περίεργη για το τι μπορεί να περιείχε
αυτό μέσα. Για αυτό το λόγο σκεφτόταν συνεχώς πως θα βρει ευκαιρία να το
ανοίξει κρυφά από τον άνδρα της. Παρόλο που ο Επιμηθέας την πρόσεχε αρκετά
καλά, εκείνη βρήκε την ευκαιρία μια μέρα που εκείνος έλειπε. Γεμάτη περιέργεια
για το περιεχόμενο του πιθαριού, το πλησίασε κι άνοιξε το καπάκι. Μεμιάς η
Πανδώρα τρομαγμένη είδε να ελευθερώνονται στον κόσμο όλα τα δεινά και τα τέρατα
που με τόσο κόπο είχε κλείσει εκεί ο Προμηθέας. Κάποια στιγμή που ξεπέρασε τον
τρόμο της έκλεισε και πάλι το καπάκι, προλαβαίνοντας να κρατήσει κλεισμένη στο
πιθάρι την Ελπίδα.
Από τότε λοιπόν όλα τα δεινά του κόσμου ξεχύθηκαν και
ταλανίζουν τους ανθρώπους. Αυτή που υπάρχει όμως ακόμα στον αντίποδα και
περιμένει καρτερικά είναι η ελπίδα κι απαλύνει τον πόνο των ανθρώπων.
Το πιθάρι που έγινε "κουτί"
Ακόμα και στην Ελλάδα έχει καθιερωθεί η αναφορά στο
"κουτί" και όχι στο πιθάρι της Πανδώρας. Η αιτία είναι η επανεισαγωγή
της αρχαίας γραμματείας από το εξωτερικό και η καθιέρωση της λέξης
"κουτί" σε όλες τις άλλες γλώσσες προτού οι Έλληνες προλάβουν να
ασχοληθούν οι ίδιοι με το πρωτότυπο αρχαίο κείμενό τους. Συγκεκριμένα,
ο Έρασμος μετάφρασε το έργο στα λατινικά και απέδωσε τον πίθο του
Ησίοδου ως pyxis, που σημαίνει κυτίο ή κουτί. Η λέξη πυξίς υπήρχε και στα
αρχαία ελληνικά και έμοιαζε ως σκεύος περισσότερο με τη σημερινή κατσαρόλα -έβαζαν
μέσα σε αυτό τα κοσμήματά τους. Ο Ησίοδος όμως αναφέρει τη λέξη
"πίθος", το πιθάρι. Από τη μετάφραση όμως του ΄Ερασμου ανατυπώθηκαν
βιβλία με έργα του Ησιόδου στα αγγλικά, γερμανικά και γαλλικά, που όλα τους
απέδιδαν τη λατινική λέξη pyxis στη γλώσσα τους ως box, boîte κ.λπ.
Από αυτό τον μύθο είναι γνωστή μέχρι σήμερα η
φράση «Κουτί της Πανδώρας»: λέγεται ότι κάποιος «άνοιξε το Κουτί της
Πανδώρας» όταν κάνει μια φαινομενικά ασήμαντη πράξη που μπορεί να έχει
ανυπολόγιστες συνέπειες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου