Ο Ηράκλειτος έζησε στην Έφεσο (544-484 π.κ.χ.), αθηναϊκή αποικία των παραλίων της Λυδίας στη Μικρά Ασία καταγόμενος από βασιλική οικογένεια. Φαίνεται ότι διήγαγε απόμακρη ζωή και έτρεφε βαθειά περιφρόνηση για τις μάζες και τους δημοκρατικούς θεσμούς του καιρού του, περιφρόνηση που συνοψίζεται στη φράση του «εἷς ἐμοὶ μύριοι, εἰ ἄριστος ἦ ». (ένας μόνον άνθρωπος αξίζει δέκα χιλιάδες εφ’ όσον είναι ο καλύτερος).
Αυτός ο χαρακτήρας του δεν ευνόησε βέβαια τη δημοτικότητά του. Αναφέρεται γι αυτόν ότι έγραφε τους αφορισμούς του σε λεπτά ελάσματα χρυσού πού διατηρούσε στα θησαυροφυλάκια του Ναού, σκέψεις πού θα γίνονταν γνωστές μόνον μετά το θάνατό του. Πάντοτε σύμφωνα με το θρύλο, αυτοκτόνησε σε ηλικία 60 ετών στη πλατεία της Εφέσου κατασπαραγμένος από σκύλους αφού προηγουμένως καλύφθηκε με περιττώματα.
Η σκέψη του Ηρακλείτου περιστρέφεται γύρω από τέσσερα θεμελιώδη σημεία. Το γίγνεσθαι, την αντιπαράθεση μεταξύ των αντιθέσεων, τον Λόγο, και το πύρ σαν «στοιχείον», σαν φυσική ουσία ταυτόσημη με τη διαφορετικότητα των υπαρχόντων πραγμάτων.
Το γίγνεσθαι. Το γίγνεσθαι αποτελεί τη συνεχή μεταβολή όλων των πραγμάτων από μια κατάσταση στην άλλη. Όλος ο κόσμος αποτελεί μια συνεχή μεταβολή, τίποτα δεν παραμένει στην ίδια μορφή. Η ίδια η ζωή αποτελεί μια συνεχή μεταβολή από μια κατάσταση στην άλλη. Τα Πάντα Ρεί, τα πάντα ρέουν και όλα χάνονται, ακατάπαυστα και είναι αυτή η συνεχής μεταβολή πού συνθέτει την ίδια την έννοια του κόσμου, την θεμελιώδη αρχή του, την έσχατη σημασία του. Για να το πούμε όπως ο Ηράκλειτος «Ποταμῷ γὰρ οὐκ ἔστιν ἐμβῆναι δὶς τῷ αὐτῷ καθ' Ἡράκλειτον οὐδὲ θνητῆς οὐσίας δὶς ἅψασθαι κατὰ ἕξιν (τῆς αὐτῆς)• ἀλλ' ὀξύτητι καὶ τάχει μεταβολῆς σκίδνησι καὶ πάλιν συνάγει (μᾶλλον δὲ οὐδὲ πάλιν οὐδ' ὕστερον, ἀλλ' ἅμα συνίσταται καὶ ἀπολείπει) καὶ πρόσεισι καὶ ἄπεισι». (Δεν μπορούμε να μπούμε δυο φορές στο ίδιο ποτάμι, κατά τον Ηράκλειτο, ούτε ν' αγγίξουμε δυο φορές μια ουσία θνητή, γιατί σκορπίζεται και πάλι μαζεύεται με την οξύτητα και την ταχύτητα της μεταβολής, (και μάλιστα όχι πάλι, ούτε αργότερα, αλλά ταυτόχρονα εμφανίζεται και χάνεται) και πλησιάζει κι απομακρύνεται).
Το γίγνεσθαι για τον Ηράκλειτο συνιστά την αρχή στην οποία στηρίζεται ο κόσμος πού είναι η αρχή. Αυτή πού είναι ίδια και δεν μεταβάλλεται στο περιβάλλον των μεταβολών όλων των πραγμάτων, είναι η ίδια η μεταβολή. Κάθε πράγμα, πράγματι, βρίσκεται σε κάποιο σημείο της ύπαρξής του, σε μια κατάσταση η οποία αυτή είναι αντίθετη σε όλες τις άλλες, κάθε πράγμα όντας όλο εκείνο πού δεν είναι το άλλο. Για να είναι κάτι, το κάθε πράγμα απαιτεί το πολλαπλό για να εξάγει την ιδιαιτερότητα του από την αντιπαράθεση με τα άλλα πράγματα.
Το γίγνεσθαι, η μετατροπή, φαίνεται μέσα στο χρόνο. Κάθε πράγμα υπόκειται στο πρόσκαιρο, κάθε όψη του κόσμου μεταβάλλεται διότι είναι ο χρόνος πού απαιτεί αυτή τη μεταβολή. Ο χρόνος εκφράζεται με τη διέλευση των πραγμάτων από τη μια κατάσταση στην άλλη κι αυτή η διέλευση (αυτό της μετατροπής σε κάτι άλλο), συνιστά την ίδια την ουσία του κόσμου (ο κόσμος είναι αυτό πού είναι καθώς σ’ αυτόν παρατηρούνται τα πολλαπλά θεάματα της μετατροπής των πραγμάτων).
Η μαρτυρία του Ηρακλείτου παράγει μια αίσθηση του γίγνεσθαι ξεκάθαρη. Το γίγνεσθαι, η μετατροπή των πραγμάτων, καθορίζεται από την ίδια την αντιπαράθεση μεταξύ των πραγμάτων, η μεταβολή συμφύεται (απαιτητικά δεσμευμένη) στην αντιπαράθεση των αντιθέτων πραγμάτων.
Η εναντίωση μεταξύ των αντιθέτων («πόλεμος»). Συνεπώς κάθε πράγμα είναι αυτό πού είναι διότι κατέχει άλλα πράγματα πού οροθετούν την ουσία (για παράδειγμα ξέρουμε ότι είναι ημέρα γιατί γνωρίζουμε τη νύχτα. Συνεπώς ορίζουμε την ημέρα σαν εκείνο πού αντιτίθεται στη νύχτα εάν δεν υπήρχε η νύχτα δεν θα μπορούσαμε να ξέρουμε τι είναι η ημέρα). Ο Ηράκλειτος δηλώνει ότι δεν θα υπήρχε φως δίχως σκοτάδι, υγεία δίχως ασθένεια, χορτασμός δίχως πείνα, κάθε πράγμα προσεγγίζει τον ορισμό του από τη σύγκριση με τα άλλα.
Κάθε πράγμα για να υπάρχει και να ορισθεί απαιτεί των άλλων πραγμάτων κατά τρόπο πού να εκφράζει τη ταυτότητά του σε σύγκριση με τα άλλα. Αυτή η έννοια ορίζεται από τον Ηράκλειτο ως πόλεμος, ή αντίθεση μεταξύ των αντιθέτων. Τα πράγματα υπάρχουν και συνεχώς υπεισέρχονται στα άλλα (για παράδειγμα η ημέρα υπεισέρχεται στη νύχτα, το κρύο στη ζέστη, το υγρό στο ξηρό), και είναι αυτή η έριδα πού δημιουργεί εκείνη την απαραίτητη ισορροπία πού διαιωνίζει την ύπαρξη κάθε πράγματος.
ὁδὸς ἄνω κάτω μία καὶ αὑτή. Με αυτή τη μεταφορική φράση ο Ηράκλειτος μαρτυρεί ότι το πολλαπλόν της μετατροπής των πραγμάτων εν τώ γίγνεσθαι (πού αντιπροσωπεύονται από τη κάθοδο και την άνοδο) υπόκειται πάντοτε στην ίδια αρχή (την οδό, ήτοι την ύπαρξη την ίδια). Πράγματα αντίθετα και ανθιστάμενα μεταξύ τους είναι άρρηκτα δεμένα τα μεν προς τα δε (εάν δεν υπήρχε η άνοδος δεν θα υπήρχε ούτε η κάθοδος).
Όλα τα πράγματα είναι ένα, όπως δηλώνει ο ίδιος ο Ηράκλειτος, άλλως κάθε πράγμα πού αντιτίθεται στα άλλα έχει από κοινού με εκείνα μια ορισμένη όψη, την αντίθεση, την απαραίτητη σχέση με τα άλλα πράγματα από την οποία εκπορεύεται κατ’ ανάγκην η σημασία τους.
Στην έννοια «πόλεμος» εκφράζεται μια αρμονία, μια μορφή παγκοσμίου δικαιοσύνης. Η μόνιμη αντιπαράθεση κάθε όψης της πραγματικότητας γεννά μια ισορροπία πού δεν επιτρέπει σε κανένα στοιχείο να καταχραστεί τα άλλα (αυτό θα ήταν αδικία). Κανένα στοιχείο δεν μπορεί συνεπώς να καταχραστεί τα άλλα καθόσον δεν μπορεί να αφαιρεθεί από το περιβάλλον των σχέσεών του δίχως να χάσει την ίδια τη σημασία του.
Ο Λόγος. Ο ύψιστος νόμος πού κυβερνά το κόσμο, αυτός πού εξισορροπεί τα αντίθετα επιτρέποντας την αρμονία στο κόσμο, ταυτίζεται με την ομιλία, τον λόγο. Σ’ αυτή τη λέξη μπορούν να αποδοθούν πολλαπλές έννοιες: διάλεξη, κρίση, ευφυΐα, νόμος, σκέψη, λογική, κανόνας θεμελιώδης των πάντων, όλες σημασίες πού εξομοιούνται με την έννοια της κρίσεως πού αντικατοπτρίζει τη λειτουργία του κόσμου σε όλες του τις όψεις.
Ο λόγος αντικατοπτρίζει και διασαφηνίζει τη δομή όλων εκείνων των αντιθέσεων μεταξύ των πραγμάτων πού καθιστούν δυνατό το γίγνεσθαι και την ίδια τη ζωή στο σύμπαν, ο λόγος είναι η ίδια η δομή, ο νόμος πού εκφράζει το σύνολο των σχέσεων. Όλα τα πράγματα του κόσμου, όπως είδαμε, εξομοιούνται από την αντίθεση, δηλαδή από τις απαραίτητες σχέσεις πού εγκαθίστανται μεταξύ τους, ο λόγος αντιπροσωπεύει το σταθερό σύνολο αυτών των σχέσεων, τον ίδιο τους τον χάρτη.
Η σχέση των ανθρώπων με τον λόγο εκφράζει τη σχέση με την αλήθεια. Ο νόμος και η τάξη των Πάντων είναι μια αιώνια Ομιλία (λόγος) πού προσφέρεται στην ακοή όλων. Οι περισσότεροι την ακροάζονται, αλλά δεν ξέρουν να την ακούσουν. Κάθε ημέρα την ανταμώνουν και πάραυτα δεν την καταλαβαίνουν. Ζουν συνεπώς με το όνειρο, χωριστοί όπως είναι από εκείνο πού είναι «κοινό», δηλαδή το Θεϊκό νόμο των Πάντων (E. Severino, La filosofia antica)
Ο Ηράκλειτος διαιρεί τους ανθρώπους σε κοιμώμενους και εγερμένους (οι τελευταίοι είναι οι σοφοί, ενώ οι πρώτοι οι απλοί άνθρωποι). Ο νόμος πού εκφράζεται από το λόγο, δηλαδή την κατανόηση των αληθών σχέσεων πού εγκαθίστανται μεταξύ των πραγμάτων, είναι στη διάθεση ολονών, αλλά δεν είναι ίδιοι όλοι οι άνθρωποι, μερικοί θεωρούν αυτό το νόμο καλύτερον από άλλους δυνάμει των αντιστοίχων διανοητικών ικανοτήτων. Όποιος θα είναι σε θέση να κατανοήσει το λόγο περισσότερο θα προσεγγίσει την αλήθεια και την αυθεντική σοφία. Για τον Ηράκλειτο δεν είναι σοφός εκείνος πού γνωρίζει έναν μεγάλο αριθμό πραγμάτων, αλλά εκείνος πού γνωρίζει να συλλέγει καλύτερα από άλλους τη φύση των σχέσεων πού εγκαθίστανται μεταξύ των πραγμάτων.
Το πύρ ως «στοιχείον». Εάν η ενιαία αρχή πού εξομοιώνει όλα τα πράγματα του κόσμου είναι το γίγνεσθαι, για τον Ηράκλειτο το φυσικό στοιχείο από το οποίο όλα τα άλλα στοιχεία αποτελούνται (το στοιχείον), είναι το πυρ. Αυτό διότι το πυρ θεωρείται ως στοιχείο αποσταθερωτικό, σε θέση να προκαλέσει εκείνη την αλλαγή πού επιτρέπει στα πράγματα να μετατραπούν από τη μια κατάσταση στην άλλη. Σύμφωνα με τον Ηράκλειτο, από το πυρ ελευθερώνονται αέρια, τα αέρια γίνονται νερό, το νερό μόλις εξατμιστεί, αφήνει υπολείμματα πού πηγαίνουν να συνθέσουν όλα τα στερεά. Αυτή η ιδέα του πυρός ως στοιχείου καταστρεπτικού και δημιουργικού, θα συνεχιστεί αργότερα από τους στωϊκούς (μαζί με την έννοια του λόγου).
Ο Ηράκλειτος θεωρείται ως ένας από του πρωϊμότερους διαλεκτικούς φιλοσόφους αναγνωρίζοντας την παγκοσμιότητα της αλλαγής και ανάπτυξης, διαμέσου εσωτερικών αντιφάσεων. Διαφώνησε με τους Θαλή, Αναξίμανδρο και Πυθαγόρα γύρω από τη φύση της τελικής ουσίας, αλλά αντί αυτής υποστήριζε ότι η φύση των πάντων αποτελεί την αλλαγή την ίδια. Χρησιμοποιεί το πυρ μεταφορικά παρά σαν λύση του υλικού μονισμού. Αυτό οδήγησε στη πεποίθηση ότι η αλλαγή είναι αληθής ενώ η σταθερότητα ψευδής. Για τον Ηράκλειτο τα πάντα βρίσκονται σε «ρευστότητα», όπως αφορίζει ο Πλάτων με το διάσημο «Τα Πάντα ρεί» !
Στον Ηράκλειτο απονέμεται ένα έργο με τίτλο Περί Φύσεως, το οποίο χωρίζεται σε τρία μέρη με περιεχόμενο πολιτικό, θεολογικό και κοσμογονικό. Από τα λιγοστά αποσπάσματα που έχουν διασωθεί, φαίνεται πως ο χαρακτήρας του γραπτού έργου του είναι αποφθεγματικός. Η δομή και σύνθεση των αφορισμών του είναι λεπτομερειακά επεξεργασμένη και το ύφος του αινιγματικό. Αυτός είναι άλλωστε ο βασικός λόγος για τον οποίο αποκλήθηκε «σκοτεινός».
Πηγή: www.hellasontheweb.org
Αποφθέγματα
ἐὰν μὴ ἔλπηται ανέλπιστον οὐκ ἐξευρήσει, ανεξερεύνητον ἐὸν καὶ ἄπορον. Αν δεν ελπίζεις, δε θα βρεις το ανέλπιστο, που είναι ανεξερεύνητο και απλησίαστο.
ὁ ἄναξ, οὗ τὸ μαντεῖόν ἐστι τὸ ἐν Δελφοῖς, οὔτε λέγει οὔτε κρύπτει αλλὰ σημαίνει. Ο άρχοντας, που δικό του είναι το μαντείο στους Δελφούς, ούτε λέει ούτε κρύβει, αλλά μονάχα σημαίνει.
Σίβυλλα δὲ μαινομένῳ στόματι καθ' Ἡράκλειτον γέλαστα καὶ καλλώπιστα καὶ μύριστα φθεγγομένη χιλίων ἐτῶν ἐξικνεῖται τῇ φωνῇ διὰ τὸν θεόν. Η Σίβυλλα, που με στόμα μαινόμενο εκστομίζει λόγια αγέλαστα, αφτιασίδωτα και αμύριστα, διασχίζει με τη φωνή της χιλιάδες χρόνια με τη βοήθεια του θεού.
ανὴρ νήπιος ἤκουσε πρὸς δαίμονος ὅκωσπερ παῖς πρὸς ανδρός. Ο άνθρωπος νήπιο αποκαλείται απ' τη θεότητα, όπως ακριβώς το παιδί από τον άντρα.
ᾧ μάλιστα διηνεκῶς ὁμιλοῦσι λόγῳ, τῷ τά ὅλα διοικοῦντι, τούτῳ διαφέρονται, καὶ οἷς
καθ᾽ ἡμέρην ἐγκυροῦσι, ταῦτα αὐτοῖς ξένα φαίνεται. Μ' όποιον πάνω απ' όλα αδιάκοπα συναναστρέφονται, το λόγο, που τα κυβερνάει όλα, μ' αυτόν έχουν διαφορές, και όσα συναντούν κάθε μέρα, τους φαίνονται ξένα.
Ἡ φήσιν• ακοῦσαι οὐκ ἐπιστάμενοι οὐδ᾽ εἰπεῖν. Δεν ξέρουν ούτε ν' ακούν ούτε να λένε.
Αξύνετοι ακούσαντες κωφοῖσιν ἐοίκασι• φάτις αὐτοῖσιν μαρτυρεῖ παρεόντας απεῖναι. Όταν ακούν δεν καταλαβαίνουν και γι' αυτό μοιάζουν με κουφούς. Σ' αυτούς ταιριάζει η παροιμία: Παρόντες απουσιάζουν.
οὐ γὰρ φρονέουσι τοιαῦτα πολλοί, ὁκόσοι ἐγκυρεῦσιν, οὐδὲ μαθόντες γινώσκουσιν,
ἑωυτοῖσι δὲ δοκέουσι. Γιατί δε σκέφτονται οι πιο πολλοί απ' τους ανθρώπους, πάνω σ' αυτό που συναντούν, ούτε κι όταν το μάθουν, το γνωρίζουν, αλλά το φαντάζονται.
Ἀλλὰ τῶν μὲν θείων τὰ πολλὰ, καθ' Ἡράκλειτον, πιστίῃ διαφυγγάνει μὴ γιγνώσκεσθαι. Τα πιο πολλά από τα θεία πράγματα μας ξεφεύγουν από απιστία, και δεν γίνονται γνωστά.
ξυνόν ἐστι πᾶσι τὸ φρονέειν. Η φρόνηση είναι κοινή σ' όλους.
ανθρώποισι πᾶσι μέτεστι γινώσκειν ἑωυτοὺς καὶ σωφρονεῖν. Σ' όλους τους ανθρώπους έχει δοθεί η αυτογνωσία και η σωφροσύνη.
διὸ δεῖ ἕπεσθαι τῷ (ξυνῷ, τουτέστι) τῷ κοινῷ• ξυνὸς γὰρ ὁ κοινός• τοῦ λόγου δ᾽ ἐόντος ξυνοῦ ζώουσιν οἱ πολλοὶ ὡς ἱδίαν ἔχοντες φρόνησιν. Γι' αυτό πρέπει ν' ακολουθήσουμε τον κοινό λόγο, γιατί το κοινό είναι συμπαντικό. Ενώ όμως ο λόγος είναι κοινός, οι πολλοί ζουν σαν να έχουν μια ιδιαίτερη φρόνηση.
ψυχῆς ἐστι λόγος ἑωυτὸν αὔξων. Στην ψυχή ανήκει ο λόγος που αυξάνει απ' τον εαυτό του.
ψυχῆς πείρατα ἰὼν οὐκ ἂν ἐξεύροιο πᾶσαν ἐπιπορευόμενος ὁδόν• οὕτω βαθὺν λόγον
ἔχει. Τα πέρατα της ψυχής δε θα βρεις προχωρώντας, όσο μακριά και αν σε φέρει ο δρόμος σου• τόσο βαθύ λόγο περιέχει.
ἓν τὸ σοφὸν μοῦνον λέγεσθαι οὐκ ἐθέλει καὶ ἐθέλει Ζηνὸς ὄνομα. Το Εν, το οποίο μόνον είναι η Σοφία, θέλει και δε θέλει να καλείται με το όνομα του Δία.
νόμος καὶ βουλῇ πείθεσθαι ἑνός. Νόμος είναι και η πειθαρχία στη θέληση του ενός.
ξὺν νόῳ λέγοντας ἰσχυρίζεσθαι χρὴ τῷ ξυνῷ πάντων, ὅκωσπερ νόμῳ πόλις, καὶ πολὺ ἰσχυροτέρως• τρέφονται γὰρ πάντες οἱ αθρώπειοι νόμοι ὑπὸ ἑνὸς τοῦ θείου• κρατεῖ γὰρ τοσοῦτον ὁκόσον ἐθέλει καὶ ἐξαρκεῖ πᾶσι καὶ περιγίνεται. Εκείνοι που μιλούν με νου πρέπει να στηρίζονται σ' αυτό που είναι κοινό στα πάντα, όπως ακριβώς μια πόλη πρέπει να στηρίζεται στο νόμο της, και με περισσότερη δύναμη ακόμα. Γιατί όλοι οι ανθρώπινοι νόμοι τρέφονται από τον ένα, το θεϊκό• γιατί αυτός κυριαρχεί όσο ακριβώς θέλει, επαρκεί για τα πάντα και περισσεύει.
πόλεμος πάντων μὲν πατήρ ἐστι, πάντων δὲ βασιλεύς, καὶ τοὺς μὲν θεοὺς ἔδειξε τοὺς δὲ
ανθρώπους, τοὺς μὲν δούλους ἐποίησε τοὺς δὲ ἐλευθέρους. Ο πόλεμος είναι πατέρας όλων, όλων βασιλιάς. Άλλους ανέδειξε σε θεούς και άλλους σε ανθρώπους, άλλους έκανε δούλους και άλλους ελεύθερους
εἰδέναι δὲ χρὴ τὸν πόλεμον ἐόντα ξυνόν, καὶ δίκην ἔριν, καὶ γινόμενα πάντα κατ᾽ ἔριν
καὶ χρεών. Πρέπει να γνωρίζει κανείς ότι ο πόλεμος είναι κοινός και η διχόνοια δικαιοσύνη, και
ότι τα πάντα γίνονται σύμφωνα με τη διχόνοια και την ανάγκη.
ἁρμονίη αφανὴς φανερῆς κρείττων. Η αφανής αρμονία είναι καλύτερη απ' τη φανερή.
ὁδὸς ἄνω κάτω μία καὶ ὡυτή. Ο δρόμος που ανεβαίνει κι ο δρόμος που κατεβαίνει είναι ένας κι ο ίδιος δρόμος.
συνάψιες ὅλα καὶ οὐχ ὅλα, συμφερόμενον διαφερόμενον, συνᾷδον διᾷδον, καὶ ἐκ
πάντων ἓν καὶ ἐξ ἑνὸς πάντα. Συνδέσεις όλα κι όχι όλα, ομόνοια, διχόνοια, συμφωνία, ασυμφωνία: το Ένα γεννιέται απ' όλα και από το Ένα όλα.
τῷ οὖν τόξῳ ὄνομα βίος, ἔργον δὲ θάνατος. Του τόξου το όνομα είναι ζωή, αλλά το έργο θάνατος.
οὐ ξυνιᾶσιν ὅκως διαφερόμενον ἑωυτῷ ὁμολογέει• παλίντονος ἁρμονίη ὅκωσπερ
τόξου καὶ λύρης. Δεν καταλαβαίνουν πως το διαφορετικό συνομολογεί με τον εαυτό του• αρμονία αντιθέτων εντάσεων όπως στο τόξο και τη λύρα.
ταὐτὸ τ' ἔνι ζῶν καὶ τεθνηκὸς καὶ (τὸ) ἐγρηγορὸς καὶ καθεῦδον καὶ νέον καὶ γηραιόν• τάδε γὰρ μεταπεσόντα ἐκεῖνά ἐστι κ κεῖνα πάλιν μεταπεσόντα ταῦτα. Το ίδιο πράγμα υπάρχει σε μας, το ζωντανό και το πεθαμένο, το ξύπνιο και το κοιμισμένο, το νέο και το γερασμένο• γιατί αυτά μεταβάλλονται σ' εκείνα και, αντίθετα, εκείνα μεταβάλλονται σ' αυτά.
θάλασσα ὕδωρ καθαρώτατον καὶ μιαρώτατον, ἰχθύσι μὲν πότιμον καὶ σωτήριον, ανθρώποις δὲ ἄποτον καὶ ὀλέθριον. Η θάλασσα είναι το πιο καθαρό και το πιο μολυσμένο νερό• για τα ψάρια είναι πόσιμο και σωτήριο, αλλά για τους ανθρώπους μη πόσιμο και ολέθριο.
αθάνατοι θνητοί, θνητοὶ αθάνατοι. ζῶντες τὸν ἐκείνων θάνατον, τὸν δὲ ἐκείνων βίον
τεθνεῶτες. Οι αθάνατοι είναι θνητοί και οι θνητοί αθάνατοι• αυτοί ζουν από το θάνατο εκείνων
κι εκείνοι πεθαίνουν από τη ζωή αυτών.
Ὅθεν καὶ Ἡράκλειτον ψυχῇσι φάναι τέρψιν ἢ θάνατον ὑγρῇσι γενέσθαι• τέρψιν δὲ εἶναι αὐταῖς τὴν εἰς γένεσιν πτῶσιν• αλλαχοῦ δὲ φάναι ζῆν ἡμᾶς τὸν ἐκείνων θάνατον καὶ ζῆν ἐκείνας τὸν ἡμέτερον θάνατον. Είναι τέρψη ή θάνατος για τις ψυχές να γίνονται υγρές. Είναι τέρψη γι' αυτές η πτώση τους στη γέννηση. Η ζωή μας γεννιέται από το θάνατο τους και η ζωή τους γεννιέται από το θάνατο μας.
ποταμοῖς τοῖς αὐτοῖς ἐμβαίνομέν τε καὶ οὐκ ἐμβαίνομεν, εἶμέν τε καὶ οὐκ εἶμεν. Στα ίδια ποτάμια και μπαίνουμε και δεν μπαίνουμε, και είμαστε και δεν είμαστε.
ποταμοῖσι τοῖσιν αὐτοῖσιν ἐμβαίνουσιν ἕτερα καὶ ἕτερα ὕδατα ἐπιρρεῖ• καὶ ψυχαὶ δὲ πὸ τῶν ὑγρῶν αναθυμιῶνται (;).Αυτοί που μπαίνουν στα ίδια ποτάμια δέχονται συνέχεια άλλα κι άλλα νερά• κι απ' τα υγρά βγαίνουν οι ψυχές σαν αναθυμιάσεις (;).
ψυχῇσιν θάνατος ὕδωρ γενέσθαι, ὕδατι δὲ θάνατος γῆν γενέσθαι, ἐκ γῆς δὲ ὕδωρ γίνεται, ἐξ ὕδατος δὲ ψυχή. Για τις ψυχές θάνατος είναι να γίνουν νερό, για το νερό θάνατος να γίνει γη, από
τη γη γίνεται νερό κι απ' το νερό ψυχή.
ξυνὸν γὰρ αρχὴ καὶ πέρας ἐπὶ κύκλου περιφερείας. Στην περιφέρεια του κύκλου η αρχή και το πέρας συμπίτουν.
ζῇ πῦρ τὸν γῆς θάνατον καὶ ὴρ ζῇ τὸν πυρὸς θάνατον, ὕδωρ ζῇ τὸν αέρος θάνατον, γῆ τὸν ὕδατος. Η φωτιά ζει το θάνατο της γης κι ο αέρας ζει το θάνατο της φωτιάς, το νερό ζει το
θάνατο του αέρα και η γη του νερού.
Τὰ ψυχρὰ θέρεται, θερμὸν ψύχεται, ὑγρὸν αὐαίνεται, καρφαλέον νοτίζεται. Τα ψυχρά θερμαίνονται, το θερμό ψύχεται, το υγρό ξεραίνεται, το στεγνό δροσίζεται.
αἰὼν παῖς ἐστι παίζων πεσσεύων• παιδὸς ἡ βασιληίη. Ο αιώνας είναι ένα παιδί που παίζει, ρίχνοντας ζάρια• ενός παιδιού η βασιλεία.
εἰ πάντα τὰ ὄντα καπνὸς γένοιτο, ῥῖνες ἂν διαγνοῖεν. Αν όλα τα όντα γίνονταν καπνός, θα το γνωρίζαμε με τα ρουθούνια.
Ἔφη ὡς ἦθος ανθρώπῳ δαίμων. Ο χαρακτήρας του ανθρώπου, ο δαίμονας του.
πιθήκων ὁ κάλλιστος αἰσχρὸς ανθρώπων γένει συμβάλλειν. Ο ωραιότερος πίθηκος είναι άσχημος όταν συγκρίνεται με το γένος των ανθρώπων.
θυμῷ μάχεσθαι χαλεπόν• ὅ τι γὰρ ἂν θέλῃ, ψυχῆς ὠνεῖται. Είναι δύσκολο να πολεμά κανείς την καρδιά του• γιατί αυτό που θέλει, το αγοράζει με ψυχή.
Μεμνῆσθαι δὲ καὶ τοῦ ἐπιλανθανομένου ᾗ ἡ ὁδὸς ἄγει. Πρέπει να θυμόμαστε και εκείνον που ξεχνάει πού οδηγεί ο δρόμος.
εἶναι γὰρ ἓν τὸ σοφόν, ἐπίστασθαι γνώμην, ὁτέη ἐκυβέρνησε πάντα διὰ πάντων. Γιατί μια είναι η σοφία: το να γνωρίζεις τη σκέψη που κυβερνάει όλα μέσα απ' όλα.
σωφρονεῖν αρετὴ μεγίστη, καὶ σοφίη αληθέα λέγειν καὶ ποιεῖν κατὰ φύσιν ἐπαΐαντας. Η σωφροσύνη είναι η πιο μεγάλη αρετή, και η σοφία του να λες την αλήθεια και να πράττεις σύμφωνα με τη φύση, ακούγοντας την.
ὅσων ὄψις ακοὴ μάθησις, ταῦτα ἐγὼ προτιμέω. Όσα μπορώ να δω, ν' ακούσω και να μάθω, αυτά είναι που προτιμώ
Ἑτέρα γὰρ ἵππου ἡδονὴ καὶ κυνὸς καὶ ανθρώπου, καθάπερ Ἡράκλειτος φησιν ὄνους
σύρματ' ἄν ἑλέσθαι μᾶλλον ἢ χρυσὸν• ἥδιον γὰρ χρυσοῦ τροφὴ ὄνοις. Διαφορετική είναι η ηδονή για το άλογο, το σκυλί και τον άνθρωπο, αφού τα γαϊδούρια θα προτιμούσαν άχυρα αντί χρυσάφι. Γιατί πιο ευχάριστη είναι η τροφή για τα γαϊδούρια παρά το χρυσάφι.
ὕβριν χρὴ σβεννύναι μᾶλλον ἢ πυρκαϊήν. Την υπεροψία πρέπει κανείς να σβήνει περισσότερο παρά την πυρκαγιά.
μάχεσθαι χρὴ τὸν δῆμον ὑπὲρ τοῦ νόμου ὅκωσπερ τείχεος. Ο λαός πρέπει να μάχεται για το νόμο όπως ακριβώς για τα τείχη του.
μὴ εἰκῆ περὶ τῶν μεγίστων συμβαλλώμεθα. Για τα μέγιστα πράγματα ας μη κάνουμε υποθέσεις στην τύχη.
ὀφθαλμοὶ γὰρ τῶν ὤτων ακριβέστεροι μάρτυρες. Γιατί τα μάτια είναι ακριβέστεροι μάρτυρες από τα αυτιά.
κάματός ἐστι τοῖς αὐτοῖς μοχθεῖν καὶ ἄρχεσθαι. Κάματος είναι το να μοχθεί κανείς και να εξουσιάζεται απ' τους ίδιους.
Ὁ αατὸς πρὸς Αἰγυπτίους ἔφη• εἰ θεοὶ εἰσιν, ἵνα τὶ θρηνεῖτε αὐτοὺς; εἰ δὲ θρηνεῖτε
αὐτοὺς, μηκέτι τούτους ἡγεῖσθε θεοὺς. Ο Ηράκλειτος είπε στους Αιγυπτίους: “Αν είναι θεοί, γιατί τους θρηνείτε; Αλλά εάν τους θρηνείτε, μη τους θεωρείτε θεούς”.
Πηγή: www.knossopolis.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου